σύνδεση

Οι πειρασμοί της Ευρώπης

Οι πειρασμοί της Ευρώπης Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τουσκ σε σχέδιο του Κωνσταντίνου Παπαμιχαλόπουλου.

 

 

Το παρακάτω κείμενο είναι η ομιλία του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ στο ετήσιο δείπνο του Ινστιτούτου Bruegel, στις 7 Σεπτεμβρίου 2015.

 

Σας ευχαριστώ για την εισαγωγή και για όσα είπατε σε αυτήν. Είμαι πολύ ευτυχής που βρίσκομαι κοντά σας απόψε. Θα ήθελα, καταρχάς, να συγχαρώ το Iνστιτούτο Μπρέγκελ για το γεγονός ότι επί μία ολόκληρη δεκαετία επηρέασε και διαμόρφωσε, με μεγάλη επιτυχία, τη συζήτηση περί της οικονομίας στην Ευρώπη. Όχι μόνο στις Βρυξέλλες, αλλά και σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Προσωπικά, χαίρομαι ιδιαίτερα για το ότι η χώρα μου, η Πολωνία, υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη του think-tank σας. Συγχαρητήρια, για άλλη μια φορά· συνεχίστε το εξαίρετο έργο σας.

Ξεκινώντας, πρέπει να ομολογήσω ότι με διακρίνει ένα είδος εκκεντρικότητας στη σκέψη ή έστω πολιτικής υπερβολής: είμαι πολύ υπερήφανος για την Ευρώπη και χαίρομαι πραγματικά για το ότι γεννήθηκα στην ήπειρο αυτή. Αντίθετα με όλους τους σημερινούς ριζοσπάστες, τους περίφημους οργισμένους διανοούμενους και τους εξωτερικούς αντιπάλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για μένα η Ευρώπη παραμένει το καλύτερο μέρος στον κόσμο. Και γνωρίζω ότι διακινδυνεύω να υποστώ κριτική από τους σύγχρονους και προοδευτικούς πολιτικούς και διανοητές όταν διακηρύσσω την πίστη και αφοσίωσή μου στη φιλελεύθερη δημοκρατία, στην ελεύθερη αγορά και σε μια πολιτική φιλοσοφία που εδράζεται στην κοινή λογική και τη μετριοπάθεια. Αυτό σημαίνει ότι είμαι έτοιμος να προστατεύσω την Ευρώπη, έτσι όπως είναι τώρα, μαζί με όλα τα προβλήματά της, την «παρηκμασμένη Ευρώπη», όπως την αποκαλούν οι εχθροί της, χωρίς ισχυρή ιδεολογία, πολύπλευρη και με πολλές δυσκολίες στη διακυβέρνησή της, με τις ατελείωτες διαπραγματεύσεις της, όπως ακριβώς συνέβαινε στις ελληνικές πόλεις, που μάλωναν μεταξύ τους ακόμα κι όταν βρίσκονταν αντιμέτωπες με την περσική απειλή.

Σίγουρα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ο καλύτερος δυνατός κόσμος. Όμως είναι σίγουρο ότι είναι ο καλύτερος από όσους υπάρχουν τώρα, και –κατά τη γνώμη μου– ο καλύτερος από εκείνους που έχει συναντήσει η ανθρωπότητα μέσα στους αιώνες. Η Ευρώπη είναι σχετικά ασφαλής και εύρωστη, και δείχνει σεβασμό στο κράτος δικαίου και τα δικαιώματα των ατόμων. Στους φτωχούς προσφέρεται βοήθεια, γενική μόρφωση και ιατρική περίθαλψη. Δεν είμαστε τέλειοι, αλλά και πάλι τα καταφέρνουμε καλύτερα απ’ ό,τι σε άλλες εποχές ή σε άλλα μέρη. Η Ευρώπη έχει επίσης βρει έναν τρόπο για να αντικαθιστά αποτελεσματικά τη διαμάχη και τη βία με τον διάλογο και τη συναίνεση.

Αυτό που επίσης με γεμίζει με μεγάλη υπερηφάνεια είναι το γεγονός ότι η Ευρώπη είναι το μοναδικό μέρος όπου η ιδέα της αλληλεγγύης αντιμετωπίζεται ως υπέρτατη πολιτική αξία ή, ακόμα καλύτερα, ως ο κύριος λόγος για την ίδια της την ύπαρξη. Οι σημερινές αντιπαραθέσεις ως προς το πώς να εφαρμόσουμε την αλληλεγγύη στην πράξη, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τους πρόσφυγες, μας δείχνουν ότι παρ’ όλο που απέχουμε πολύ από το τέλειο, παίρνουμε την ιδέα αυτή πάρα πολύ σοβαρά.

Δεν αρκούν αυτά για την υπεράσπιση της Ευρώπης; Θα πρέπει να υπερασπιστούμε την Ευρώπη hic et nunc, εδώ και τώρα, την Ευρώπη ως πραγματικότητα και όχι ως ιδανικό που εμφανίζεται στα όνειρα και τα οράματα των υπερευρωπαϊστών ιδεολόγων. Όλοι γνωρίζουμε οι όμορφες ιδέες, και ειδικά η ιδέα της προόδου, όσο πιο ελκυστικές ακούγονται τόσο πιο καταστροφικές μπορεί να είναι. Ως ιστορικός και ως άνθρωπος που βίωσα την οδυνηρή εμπειρία των ιδεολογικών πειραμάτων (έζησα υπό κομμουνιστικό καθεστώς κατά το πρώτο μισό της ζωής μου), έχω πάρα πολύ ξεκάθαρες αντιλήψεις ως προς αυτά τα ζητήματα.

Η ζωή με δίδαξε επίσης ότι οι αξίες είναι πιο σημαντικές από τις ιδεολογίες, ενώ ο ρεαλιστικός πραγματισμός είναι πιο σημαντικός από τα ουτοπικά οράματα. Γι’ αυτό ακριβώς, σήμερα που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με διαφορετικές κρίσεις και απειλές, προτείνω να εγκαταλείψουμε την επαναστατική σκέψη και να συλλογιστούμε πώς θα ενισχύσουμε την Ένωση μέσα στο υφιστάμενο πλαίσιό της.

Ως προς αυτό, ας αναλογιστούμε πού βρισκόταν η Ευρωπαϊκή Ένωση δέκα χρόνια πριν, όταν το Iνστιτούτο Μπρέγκελ ξεκίνησε το έργο του. Τον Σεπτέμβριο του 2005, η Ένωση βρισκόταν σε βαθιά πολιτική κρίση, μετά την απόρριψη της συνθήκης για ένα ευρωπαϊκό σύνταγμα από τους ψηφοφόρους στη Γαλλία και την Ολλανδία. Αυτή η περίοδος της συνταγματικής σύγχυσης τελείωσε τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν εντέλει, το 2009, επικυρώθηκε η συνθήκη της Λισαβόνας. Για ποιον λόγο χάθηκαν αυτά τα χρόνια; Πιστεύω ότι το ευρωπαϊκό εγχείρημα είχε παρασυρθεί υπερβολικά πολύ προς την πολιτική ονειροπόληση και υπερβολικά πολύ μακριά από την πραγματική ζωή.

Στην Ευρώπη τού σήμερα υπάρχουν ακόμη περισσότεροι κίνδυνοι απ’ όσους βιώσαμε πριν από δέκα χρόνια. Είναι επομένως αναγκαίο να τους αξιολογήσουμε σωστά και πάνω απ’ όλα να δούμε τα πάντα στις σωστές τους αναλογίες. Τα προβλήματα δεν συνεπάγονται απαραίτητα την καταστροφή, ούτε στο παρόν ούτε στο μέλλον, και αυτό δεν αλλάζει όσο δυνατά κι αν φωνάξουν οι σημερινές Κασσάνδρες. Δεν πρέπει να υποκύπτουμε στην υστερία, ούτε να εμπιστευόμαστε τις κενές υποσχέσεις του τρίτου δρόμου ή της νέας τάξης, διότι αυτό μπορεί εντέλει να μας οδηγήσει στο χείλος της καταστροφής.

Αντί για επαναστατική σκέψη και απότομες συστημικές αλλαγές (για παράδειγμα, μεγάλες τροποποιήσεις σε συνθήκες) θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε κάθε δυνατότητα για να βελτιώσουμε και να διορθώσουμε το υπάρχον σύστημα. Είναι πιο σημαντικό να προσπαθήσουμε να τηρούμε τους κανόνες και τις αρχές που ισχύουν σήμερα, με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και αφοσίωση. Η εφαρμογή των κανόνων αυτών θα μας βοηθήσει να αποφύγουμε τα πολλά προβλήματα της Ευρωζώνης, όπως και εκείνα που προκύπτουν από τις νέες μεταναστευτικές πιέσεις. Η σταδιακή δράση αποτελεί μια σπουδαία ευρωπαϊκή παράδοση. Γι’ αυτό προτιμώ την εξέλιξη από την επανάσταση· με αυτόν τον τρόπο χτίστηκε η κοινότητά μας. Μπορώ να καταλάβω την ανυπομονησία του κόσμου. Όλοι θα θέλαμε να γίνονται τα πράγματα γρήγορα. Ας υιοθετήσουμε όμως μια σωστή προοπτική. Συγκρινόμενο με το δολάριο, το νόμισμα ενός ομοσπονδιακού έθνους για περισσότερα από 200 χρόνια, το ευρώ είναι το νόμισμα ανεξάρτητων κρατών και μετράει μόνο 16 χρόνια ζωής. Επομένως, πρόκειται για ένα πολύ δυσκολότερο εγχείρημα και ως τέτοιο απαιτεί πολύ μεγαλύτερη υπομονή από όλους μας.

Πώς θα κάνουμε καλύτερη την Οικονομική και Νομισματική Ένωσή μας; Οι χαμένοι κρίκοι προς την πραγματοποίηση του οράματος αυτού επισημάνθηκαν στην Έκθεση των Πέντε Προέδρων η οποία συντάχθηκε από τους προέδρους των Ευρωπαϊκών Θεσμών. Επιτρέψτε μου απόψε να αναφέρω τρία βασικά στοιχεία που κατά τη γνώμη μου απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή. Κι αυτά είναι: ένα σωστό ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, μια πραγματική ένωση των κεφαλαιαγορών, και ένα σύστημα αρχών ανταγωνιστικότητας εντός της ευρωζώνης. Αυτά είναι τα φυσικά επόμενα βήματα στην εξέλιξη της ΟΝΕ και, κατά τη γνώμη μου, χωρίς να είναι καθόλου εύκολα, είναι πολιτικώς πιο ρεαλιστικά από οποιαδήποτε τροποποίηση σε συνθήκη.

Ας ξεκινήσουμε από το κοινό σύστημα εγγύησης καταθέσεων που θα συμπλήρωνε την τραπεζική ένωση και θα την καθιστούσε πιο συμβατή με τη νομισματική ένωση. Καθώς απόψε βρίσκομαι ανάμεσα σε εξέχοντες οικονομολόγους, δεν θα τολμήσω να ισχυρισθώ ότι γνωρίζω περισσότερα για τα οικονομικά οφέλη ενός τέτοιου σχήματος απ’ όσα γνωρίζετε εσείς. Θα αποφύγω λοιπόν να τα εξηγήσω λεπτομερώς. Επιτρέψτε μου όμως, με την ιδιότητά μου ως πολιτικού, να μοιραστώ μαζί σας ένα πολιτικό όφελος από αυτήν τη μεταρρύθμιση της ΟΝΕ. Όσο δύσκολη και αν φαίνεται η μεταρρύθμιση, δεν απαιτεί την τροποποίηση κάποιας συνθήκης. Γνωρίζω καλά ότι ορισμένοι πολιτικοί, ακόμη και στη Γερμανία, θα διαφωνούσαν, όμως οι ισχυρισμοί τους αποτελούν είτε μεγαλοποίηση των πραγμάτων είτε δικαιολογία για να μην αλλάξουν. Η άποψη των νομικών είναι σαφής. Μπορούμε να εισάγουμε το ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων εντός του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Επομένως, προτού ζητήσουμε πιο φιλόδοξες αλλαγές, ας δοκιμάσουμε αυτήν. Υποθέτω πως οι περισσότεροι οικονομολόγοι θα συμφωνούσαν στο ότι η υιοθέτηση ενός κοινού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων θα ενδυνάμωνε τη νομισματική ένωση. Κι όχι μόνο διότι θα βοηθούσε να αποφευχθούν οι λυπηρές σκηνές έξω από τις τράπεζες και τα ΑΤΜ στην Ελλάδα, τις οποίες αντικρίσαμε νωρίτερα μέσα στη χρονιά.

Αν κάποιος δεν έχει πεισθεί, τον προσκαλώ να ταξιδέψει μέσα στην Ευρώπη και να δει μόνος του πόσο πιθανό είναι η διαδικασία επικύρωσης των τροποποιήσεων μιας συνθήκης να είναι αρμονική. Στοιχηματίζω πως καθόλου. Ας προσπαθήσουμε, επομένως, να εισηγηθούμε τις αλλαγές που είναι πολιτικά ρεαλιστικές και ταυτόχρονα πολύ φιλόδοξες. Ζητώ συγγνώμη για το απλουστευμένο αυτό σχήμα, αλλά ένα μικρό κομμάτι του όλου είναι καλύτερο από ένα ολόκληρο τίποτα. Και είμαι πεπεισμένος ότι τα πολιτικά εμπόδια που πράγματι υπάρχουν, όπως οι ανησυχίες περί του ηθικού κινδύνου, μπορούν να ξεπεραστούν μέσω ενός συνετού σχεδιασμού του συστήματος.

Ένα άλλο εξελικτικό βήμα προς τη χρηματοπιστωτική ένωση είναι η δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς. Και πάλι, δεν χρειάζεται να δηλώσω στην αίθουσα αυτή ότι μια ενοποιημένη κεφαλαιαγορά είναι ένα πολύ βασικό στοιχείο για την καλύτερη λειτουργία του ενιαίου νομίσματος.

Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ σε μια ιδέα που επίσης αναπτύχθηκε εδώ στο Μπρέγκελ, και συγκεκριμένα την ιδέα ενός συστήματος ανεξάρτητων συμβουλίων ανταγωνιστικότητας, εντός της Ευρωζώνης. Οι αποκλίσεις στην ανταγωνιστικότητα μέσα στην Ευρωζώνη συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στην πρόσφατη κρίση και παραμένουν ένα σοβαρό ζήτημα. Το οποίο, επομένως, θα ήταν καλό να ξανασκεφτούμε εκ νέου, τόσο σε επίπεδο μεμονωμένων κρατών όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Επιτρέψτε μου να αδράξω την ευκαιρία για να απευθυνθώ στους υπουργούς Οικονομικών, οι οποίοι τη στιγμή αυτή εργάζονται για την εφαρμογή της Έκθεσης των Πέντε Προέδρων, και να τους ζητήσω να επιταχύνουν το έργο τους ως προς τις ιδέες που μόλις ανέφερα. Η ΟΝΕ μπορεί να μεταρρυθμιστεί τώρα και εξαρτάται από τα κράτη-μέλη να το επιτύχουν αυτό.

Απόψε, απευθύνω έκκληση για πραγματισμό και μετριοπάθεια. Είναι οι ίδιες ακριβώς αρχές που θα πρέπει να καθοδηγήσουν τις ενέργειές μας στην άλλη πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη: τον μεγάλο και ολοένα αυξανόμενο αριθμό προσφύγων. Οι χώρες της ΕΕ δεν θα αλλάξουν τις μεταναστευτικές πολιτικές τους από τη μια μέρα στην άλλη. Όμως η στάση μας απέναντι στους πρόσφυγες αποτελεί στην πράξη έκφραση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης μέσα στην Ευρώπη. Οι χώρες που δεν πλήττονται άμεσα από αυτή την κρίση και έχουν βιώσει την αλληλεγγύη της ΕΕ στο παρελθόν, θα πρέπει τώρα να την δείξουν σε εκείνους που την έχουν ανάγκη. Σήμερα, αποτελεί πραγματικά παράδοξο ότι οι μεγαλύτερες χώρες στην Ευρώπη, όπως η Γερμανία και η Ιταλία, χρειάζονται την αλληλεγγύη εκ μέρους των άλλων.

sel14
Σαλβατόρ Νταλί, Ξεχασμένοι ορίζοντες, 1936, λάδι σε ξύλο, 22,2 x 26,7 cm, Πινακοθήκη Tate, Λονδίνο.

Την ίδια στιγμή, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε σοβαρά το ζήτημα της συγκράτησης της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης, ενδυναμώνοντας τα σύνορα και παίρνοντας πίσω τα κλειδιά της ηπείρου μας, από τα χέρια διακινητών και δολοφόνων. Οι δύο προσεγγίσεις, της αλληλεγγύης και της συγκράτησης, δεν είναι απαραίτητο να αποκλείουν η μία την άλλη. Θα ήταν ασυγχώρητο η Ευρώπη να διαιρεθεί σε υποστηρικτές της συγκράτησης, με σύμβολο τον φράκτη της Ουγγαρίας, και υποστηρικτές του πλήρους ανοίγματος, το οποίο εκφράζεται από ορισμένους πολιτικούς ως η πολιτική των ανοιχτών θυρών και παραθύρων.

Σήμερα, καλώ όλους τους ηγέτες της ΕΕ να πολλαπλασιάσουν τις προσπάθειές τους σε ό,τι αφορά την αλληλεγγύη προς τα μέλη που αντιμετωπίζουν αυτό το δίχως προηγούμενο μεταναστευτικό κύμα. Το να δεχτούμε κι άλλους πρόσφυγες είναι μια σημαντική κίνηση πραγματικής αλληλεγγύης, όμως δεν είναι η μοναδική. Απαιτείται τεράστια προσπάθεια και από την πλευρά των ευρωπαϊκών θεσμών. Οι ανθρωπιστικές προσπάθειες για τη συγκράτηση των μεταναστευτικών ροών θα απαιτήσουν πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή από την πλευρά της Ευρώπης. Αυτό σημαίνει τεράστια αύξηση στις δαπάνες. Όταν μιλάμε για νέα κέντρα υποδοχής, καλύτερη φύλαξη των συνόρων ή αναπτυξιακή βοήθεια για τις χώρες εκτός ΕΕ, θα χρειαστούν πολύ περισσότερα χρήματα. Οι διαβουλεύσεις που είχα με τους ηγέτες τις τελευταίες ημέρες δείχνουν πολλά υποσχόμενες και με σαφείς δεσμεύσεις. Ζωτικής σημασίας στο ζήτημα αυτό θα είναι η συνεργασία με τρίτες χώρες. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πρόκειται να επισκεφθώ την Τουρκία και να οργανώσω στη Μάλτα, μαζί με τις αφρικανικές χώρες, μια σύνοδο για το μεταναστευτικό. Ας μην τρέφουμε όμως ψευδαισθήσεις ότι κρατάμε στα χέρια μας μια μαγική συνταγή που μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση. Το σημερινό μεταναστευτικό κύμα δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά η αρχή μιας πραγματικής μαζικής φυγής, κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το συγκεκριμένο πρόβλημα για πολλά ακόμη χρόνια. Γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντικό να μάθουμε πώς να ζούμε με αυτό χωρίς να αλληλοκατηγορούμαστε. Και ούτε θα πρέπει να ντρεπόμαστε για τα συναισθήματά μας. Η συμπόνια αποτελεί μια από τις βάσεις της αλληλεγγύης, όμως προκειμένου να μπορούμε να βοηθήσουμε τους άλλους πρέπει εμείς οι ίδιοι να είμαστε ταυτόχρονα πραγματιστές. Σήμερα βιώνουμε ένα από τα πιο κλασικά πολιτικά διλήμματα: μια σύγκρουση ανάμεσα στην προστασία των συνόρων μας και την αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες. Η σοφή πολιτική δεν είναι εκείνη που επιλέγει τη μία αξία έναντι της άλλης, αλλά εκείνη που τις εναρμονίζει όσο το δυνατόν περισσότερο. Στη περίπτωση αυτή, ο πραγματισμός θα έπρεπε να είναι η Πρώτη Εντολή.

Το παρελθόν μου με καθιστά αθεράπευτα καχύποπτο απέναντι στους πολιτικούς που προσφέρουν ψευδαισθήσεις στους αφελείς. Μεγάλωσα με τις συνέπειες τέτοιων τακτικών. Έχω υπάρξει ο ίδιος πολιτικός για είκοσι πέντε χρόνια και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι διανύουμε μια εποχή όπου όσοι βρίσκονται στα πολιτικά άκρα θα μας κάνουν να χάσουμε χρόνο υποσχόμενοι το αδύνατο. Ανάμεσά τους, τα κόμματα του λαϊκισμού που αποκαλούν την Ευρωζώνη «ποντικοπαγίδα» και υποστηρίζουν την αναίρεση μεταρρυθμίσεων τις οποίες έχει ανάγκη η Ευρώπη. Όπως και εκείνοι που υπόσχονται μηδενική μετανάστευση και λένε στους ψηφοφόρους τους ότι μπορούν να κλείσουν απέξω τον υπόλοιπο κόσμο αν εκλεγούν.

Ο δημοκρατικός καπιταλισμός αποτελεί ακόμα το καλύτερο μοντέλο οργάνωσης της οικονομίας, διότι –αντίθετα με την άκαμπτη ιδεολογία– δεν σπάει σε δύσκολους καιρούς, αλλά προσαρμόζεται στο περιβάλλον του. Η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό είναι η μοναδική εμπειρία της χώρας μου και η σαφής επιτυχία της τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια, όταν αναλάβαμε μόνιμες δράσεις για να συμφιλιώσουμε τον δημοκρατικό καπιταλισμό με την αλληλεγγύη. Και ας μην ξεχνάμε, παρακαλώ, ότι βγαίναμε από μια πολύ σκληρότερη κρίση από την ελληνική. (Και το λέω αυτό από την οπτική γωνία ενός ανθρώπου που είχε ενεργή εμπλοκή και όχι ενός θεωρητικού.)

Η πραγματιστική Ευρωπαϊκή ηγεσία, σε επίπεδο τόσο εθνικών κρατών όσο και πανευρωπαϊκών θεσμών, πρέπει να εστιάζει σε πρακτικές λύσεις. Τα προβλήματα που συναντάμε σήμερα μπορούν να ξεπεραστούν υπό τον όρο ότι δεν θα γίνουν δικαιολογία για να φέρουμε τα πάνω κάτω στην Ευρώπη. Είναι εξίσου σημαντικές η αμοιβαία πίστη και αφοσίωση, όπως και η αλληλεγγύη μεταξύ των ευρωπαίων εταίρων.

Σε κάθε θέμα στη σημερινή ατζέντα –μεταναστευτικό, ελληνική κρίση, πόλεμος στην Ουκρανία, τρομοκρατία, ένα πιθανό Brexit– αναλαμβάνουμε δράση η οποία μόνο αν υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλο και προχωράμε ενωμένοι θα φέρει θετικά αποτελέσματα. Θα συνεχίσουμε να ζούμε με τα προβλήματα για πολύ περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι θα θέλαμε – όμως αυτό δεν είναι λόγος για να αμφισβητούμε τις ευρωπαϊκές αρχές μας.

Πρέπει να σκεφτόμαστε την Ευρώπη μας με μεγαλύτερη τρυφερότητα και υπομονή. Πρέπει να την προστατεύουμε όχι μόνο από τις εξωτερικές απειλές όταν αυτές εμφανίζονται, αλλά επίσης και από τους εσωτερικούς πειρασμούς για επαναστατικές και ολοκληρωτικές αλλαγές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται σίγουρα να προσαρμόζεται και να βελτιώνεται, κι αυτό πρέπει να γίνεται συνέχεια, όμως δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υπονομεύουμε την ίδια την ουσία της Ευρώπης ή τα πολιτικά και νομικά πρότυπα της Ένωσης. Από αυτή την άποψη, σε αυτούς τους καιρούς η υπομονή μας θα πετύχει περισσότερα από τη δύναμή μας, όπως είπε κάποτε ο Έντμουντ Μπερκ. Σας ευχαριστώ.

 

— Μετάφραση: Αναστασία Μωράκη