1. Το κράτος και η τέχνη δεν είχαν και δεν έχουν εύκολη συνύπαρξη. Συχνά η τέχνη κατορθώνει τα πιο υψηλά επιτεύγματά της έναντι και εναντίον του κράτους και της γραφειοκρατικής του αρτηριοσκλήρωσης. Συχνά το κράτος θέλει να χρησιμοποιήσει, να χειραγωγήσει, να υποτάξει, ακόμη και να φιμώσει την τέχνη. Οι πιο σημαντικοί δημιουργοί δεν δέχτηκαν τον κρατικό εναγκαλισμό ούτε καταδέχτηκαν να επιδοθούν στο άθλημα του λείχειν για ένα βραβείο ή για μια θέση στην Ακαδημία.
2. Οι «ρεαλιστές» δεν κουράζονται να επισημαίνουν ότι αυτές είναι παρωχημένες απόψεις, αφού οι εποχές άλλαξαν και ο χώρος του πολιτισμού δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς επιδοτήσεις, ενισχύσεις, χορηγίες, επιχορηγήσεις, βραβεύσεις, προβολή, διαφήμιση, δημόσιες σχέσεις (με κρατική ή ιδιωτική παρέμβαση). Μιλάνε για «προϊόντα», «προωθήσεις», «κινητικότητα», “diversity”, “branding”, «την περίπτωση της Όπρα Γουίνφρεϊ» και άλλα τέτοια φαινόμενα που παραπέμπουν στη γνωστή διαδικασία της ρεμούλας που συνοδεύει συνήθως τη διαχείριση της φήμης.
3. Το κοινό σε μεγάλο βαθμό έχει προσαρμοστεί σε αυτή την πραγματικότητα, που την καθιστούν πιο οδυνηρή τα «κοινωνικά δίκτυα» με την άνοδο της μετριότητας στο επίπεδο του απόλυτου τίποτε. Από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία όλα αυτά φαίνονται φυσιολογικά. Έτσι λειτουργούν, μας λένε, οι κοινωνίες τού σήμερα και μάλιστα υπό καθεστώς παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Το παρελθόν είναι παρελθόν. Μόνο οι αδαείς ή οι αιθεροβάμονες, μας λένε, δεν αντιλαμβάνονται πώς παίζεται το παιχνίδι. Άλλωστε δεν υπάρχει τίποτε κακό σε αυτό: η λογοτεχνία και η τέχνη περνούν δύσκολες μέρες. Χρειάζονται ενέσεις σωτηρίας. Μας λένε.
4. Ως αυστηροί κριτές της συμπαιγνίας κράτους και ιδιωτών της τέχνης εμφανίζονται φυσικά οι αριστεροί της κουλτούρας, και άλλοι ευαίσθητοι συνοδοιπόροι, στον αγώνα για διαφάνεια, αξιοκρατία, αντίσταση και ηθική ακεραιότητα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, μας λένε, ότι τελικά για όλα φταίει ο καπιταλισμός. Εμείς όμως δεν μιλάμε γενικά και αόριστα, ούτε κρατάμε όλες τις πόρτες ανοιχτές για να μπούμε μέσα όποτε μας βολεύει. Μιλάμε για την Ελλάδα, και μάλιστα όχι για την Ελλάδα εν γένει αλλά για μια φούχτα ανθρώπους και πεντέξι παρέες που λυμαίνονται τα πάντα: χρήματα, θέσεις, βραβεία, αναγνώριση, εξουσία. Ο κανόνας είναι γνωστός: εκλεκτικές συγγένειες και αμοιβαία συμφέροντα.
5. Φτάνουμε έτσι αισίως στο Υπουργείο Πολιτισμού. Θα βρείτε σε αυτό διαχρονικά ό,τι θέλετε: από διορισμούς εγκαθέτων έως το αμαρτωλό ΤΑΠ, από τραγελαφικές επιτροπές βραβείων έως αυθαίρετες επιχορηγήσεις, από τον Μπαλτά έως την Ζορμπά, από την βουντού Κονιόρδου έως την ουτιδανότητα που καλείται Γιατρομανωλάκης. Το Υπουργείο Πολιτισμού είναι η Χιονάτη που τρέφει ένα μεγάλο κοπάδι Νάνων. Είναι τόσοι που χάνεις τον λογαριασμό.
6. Πολλοί αναγνώστες μάς ρωτούν: Μα πώς είναι δυνατόν τα ίδια ονόματα να εμφανίζονται συνέχεια σε επιτροπές, σε ιδρύματα, σε συνέδρια, σε φεστιβάλ και γενικά να επιβαίνουν την δημοσιότητα με τέτοιο άνετο θράσος; Και συνεχίζουν: Πώς γίνεται να κατανικούν τα κομματικά εμπόδια και να είναι πάντα στον αφρό; Με ποια κριτήρια ορίζονται οι κριτές και αναγνωρίζονται οι κρινόμενοι; Εμείς, γνωρίζοντας πώς έχουν τα πράγματα, τους λέμε ότι οι αρμόδιοι, κυρίως οι αρμεχτές της Χιονάτης, τα θεωρούν αυτά ψιλά γράμματα.
7. Το σύστημα που έχει εμπεδωθεί χρόνια τώρα έχει επιβάλει μια ιδιότυπη ομερτά. Δεν θίγουμε πρόσωπα, δεν αναφέρουμε ονόματα, δεν καταδεχόμαστε να πέσουμε τόσο χαμηλά. Θέλουμε να τα έχουμε καλά με όλους, αλλά να διατηρήσουμε και το αρχοντικό προνόμιο που μας επιτρέπει να εμφανιζόμαστε ως διαφορετικοί, ως προοδευτικοί, ως υπεράνω κριτικής, καθότι διεκδικούμε, εκτός από το ηθικό πλεονέκτημα, και το αλάθητο του ποντίφικα της κουλτούρας.
8. Αυτό σημαίνει ότι έχει εξασφαλιστεί η σιωπή των αμνών. Όποιος τολμήσει να σηκώσει κεφάλι, ή να ζητήσει εξηγήσεις, θα βρει απέναντί του όλον τον εσμό των κρατικοδίαιτων θεραπόντων της τέχνης, αλλά και τον συρφετό των «ευαίσθητων», που θεωρούν ότι κάνουμε ζημιά ή προσβάλλουμε την τέχνη αν κρίνουμε ή επικρίνουμε την προσοδοφόρα Χιονάτη. Οι πιο κραυγαλέοι είναι φυσικά οι παρασιτούντες Νάνοι. Όταν τσιμπήσαμε έναν από αυτούς, τον πιο κονισαλέο, και ζητήσαμε να μάθουμε πώς μοιράστηκε μισό εκατομμύριο ευρώ, εισπράξαμε περιφρονητική σιωπή. Όταν αντιδράσαμε, με δικαιολογημένη κατά τη γνώμη μας υπερβολή σαρκασμού, ξεσηκώθηκε ολόκληρο το κοπάδι των Νάνων και μαζί με αυτούς διάφοροι γραφικοί (και διάφοροι σκοτεινοί αρουραίοι του διαδικτύου) για να υποστηρίξουν την άπορη κορασίδα που ονομάζεται «τέχνη».
9. Ασχολούμενοι με την τρίχα βολεύτηκαν ωραία ξεχνώντας δήθεν την τριχιά. Μαζί τους και κάποιοι της αριστεράς που δεν βρίσκουν τίποτε επιλήψιμο στη συμπεριφορά τους: να καταδικάζουν σε υψηλούς τόνους την κρατική εξουσία και τον καπιταλιστικό ζυγό, την αδράνεια των διανοουμένων και την κατάρρευση των θεσμών, την ίδια στιγμή που είναι οι ανερυθρίαστοι επιβήτορες της νεόπλουτης φήμης (με φαρδιές, φανερές και κρυφές, τσέπες). Ξεχνούν έτσι σκόπιμα ποιο είναι το ουσιαστικό ζήτημα που μεταφέρει το δικό μας μήνυμα και κραυγάζουν κοιτώντας αλλού για να αποσπάσουν την προσοχή του κοινού: στοχοποιούν τον αγγελιαφόρο και παραχώνουν την αγγελία. Ξεχνούν επίσης ότι η δημόσια κριτική οποιασδήποτε Αρχής και οποιουδήποτε άρχοντα απαιτεί να αναφέρονται ονόματα και να ελέγχονται πράξεις.
10. Φτάνουμε έτσι πάλι στη Χιονάτη και τους Νάνους της. Μισό εκατομμύριο ευρώ που σκόρπισε ο ανεμιστήρας της Χιονάτης στις πιο απίθανες τσέπες. Σκέτη κωμωδία. Ναι, αλλά η τέχνη, ο πολιτισμός, δεν χρειάζονται οικονομική ενίσχυση; Είπαμε ότι μας λένε πως άλλαξαν οι εποχές. Ωραία λοιπόν, να ενισχυθεί ο πολιτισμός. Δεν είναι όμως αυτονόητο ότι, όταν μοιράζονται χρήματα, πρέπει ο πολίτης να γνωρίζει ποιος τα δίνει, ποιος τα μοιράζει και με τι κριτήρια, ποιος τα παίρνει και πώς λογοδοτεί; Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε γι’ αυτά τα ασήμαντα. Εξανέστησαν βέβαια οι Νάνοι και έτρεξαν να υπερασπίσουν τον Αρχινάνο που φέρει το όνομα Γιατρομανωλάκης και ο οποίος εποφθαλμιά διακαώς τη θέση της Χιονάτης. Οι πιο φανατικοί επιχείρησαν να μας απανθρακώσουν γιατί ενδεικτικά ανάμεσα σε άλλους αναφέραμε μια κάποια μισοσβησμένη θράκα τους. Και μέσα στον ορυμαγδό ξεχάστηκε το ουσιώδες.
11. Ολετήρες! Φωνάζουν από το παρελθόν άνθρωποι σαν τον Κοραή και τον Ροΐδη. Με πρόσχημα τον πολιτισμό πνίγουν και τέχνη και σκέψη. Αναζητήστε στον κατάλογο που κατάπιε μισό εκατομμύριο ευρώ στοιχεία για τους αποδέκτες. Αναζητήστε πληροφορίες για το ποιοι είναι και ποια είναι η δράση τους. Μην αιφνιδιαστείτε από τα ευρήματα. Είναι εντυπωσιακά στην ισχνότητά τους. Όπως εντυπωσιακά είναι και τα ονόματα που κρύβονται πίσω από βαρύγδουπους, παραπλανητικούς τίτλους. Μην αιφνιδιαστείτε αν ανακαλύψετε ότι το ίδιο πρόσωπο ξεπηδά εκεί που δεν το περιμένεις.
Ολετήρες! Υποκριτές στο έργο «Η Χιονάτη και οι Νάνοι».
12. Συνηθισμένα πράγματα, μας λένε. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Γιατί κάνετε έτσι; Και γιατί τόση ένταση; Μπορείτε πιο πολιτισμένα, ευγενικά, ήπια, σχεδόν ανεπαίσθητα. Έτσι θα σας πάρουν στα σοβαρά και θα σας εκτιμήσουν δεόντως. Με άλλα λόγια θα γίνετε και σεις «αποδεκτοί» από το σινάφι. Θα σας δοθεί και κάποιος ρόλος στο έργο που δεν κατεβαίνει ποτέ αλλά παίζεται διαρκώς, με το αζημίωτο.
13. Εμείς όμως διαλέξαμε άλλο δρόμο και άλλο ρόλο, παρά το κόστος. Και ρωτάμε: Πού είναι οι οργανικοί διανοούμενοι, οι αντιρρησίες συνείδησης, οι αριστεροί ηθικιστές, οι γνήσιοι στοχαστές, οι καλοί συγγραφείς, οι ανεπίληπτοι πανεπιστημιακοί και άλλοι πολλοί, αριστεροί και δεξιοί, ψάλτες που οφείλουν να μην μουρμουρίζουν υποχθονίως αλλά να μιλούν απερίφραστα και να κρίνουν ανεπηρέαστα; Είναι πασίγνωστη βέβαια η αέναη έξις, από τη σαγήνη των Συρακουσών μέχρι την «προδοσία των διανοουμένων» που κατήγγελλε ο Ζυλιέν Μπεντά. Αλλά εδώ δεν υπάρχουν ούτε εξαιρέσεις! Αυτό είναι για μας πιο σημαντικό από τις ατασθαλίες της Χιονάτης, τις πλεκτάνες του Αρχινάνου και τις απάτες των Νάνων: η καθολική σιωπή των διανοουμένων, η προδοσία των ανθρώπων της τέχνης και του πνεύματος.